Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

Τα 40 αγαπημένα μου τραγούδια για το 2010

(με τυχαία σειρά και χωρίς ίχνος αντικειμενικότητας)


Gorillaz – Some kind of nature
(από το δίσκο Plastic Beach)
Απ’ τη μια η ξερή φωνή του Lou Reed κι από την άλλη μια κουλ μελωδία που μυρίζει καλοκαίρι. Μα γιατί δεν το κυκλοφόρησαν σαν single;

Gonjasufi – Klowds
(από το δίσκο A Sufi and a Killer)
Δεν λέει και πολλά σαν σύνολο, αλλά το μπουζούκι της εισαγωγής (σαν από σκυλάδικο Β’ κατηγορίας) το εκτινάσει στα ύψη.

Beach house – Norway
(από το δίσκο Teen Dream)
Νόργουε-ε-ε-ε. Σε υπνωτίζει αυτή η μουσική. Κι όσοι βρέθηκαν στο Primavera έχουν να λένε τα καλύτερα.

Gil Scott Heron – Me and the devil blues
(από το δίσκο I’m New Here)
Το κλασικό blues του Robert Johnson, αποδοσμένο με μπιτάκι και ατμόσφαιρα υπόγειας Αμερικής.

MGMT – Someone’s missing
(από το δίσκο Congratulations)
Ένα εύστοχο νεύμα στο Lucy in the Sky with Diamonds. Εκεί που αλλάζει το τραγούδι, μετά τη μέση, είναι σαν να βγαίνει ο ήλιος ξαφνικά.

Caribou – Odessa
(από το δίσκο Swim)
Από τις πιο ενδιαφέρουσες ηχητικές αποτυπώσεις χορευτικής μουσικής και ίσως το καλύτερο ηλεκτρονικό κομμάτι της χρονιάς.

The Divine Comedy – Can you stand upon one leg?
(από το δίσκο Bang Goes the Knighthood)
«Μπορείς να γράψεις ένα ανόητο τραγούδι; Είναι πιο δύσκολο απ’ ότι νομίζεις» τραγουδάει ο Neil Hannon που τον χαρήκαμε και στο Gagarin.

These New Puritans – Attack music
(από το δίσκο Hidden)
Ενα μοντέρνο αριστούργημα, χρήσιμο στα πάρτι κατά τη μετάβαση από τα ροκ στα λαικά ή το ανάποδο.

Ariel Pink’s Haunted Graffiti – Bright lit blue skies
(από το δίσκο Before Today)
Δύομισι λεπτά έξυπνης ποπ, διασκευή ενός τραγουδιού των Rockin’ Ramrods από το ‘66.

The National – Bloodbuzz Ohio
(από το δίσκο High Violet)
Ο στίχος “I still owe money to the money I owe” περιγράφει εύστοχα την οικονομική χρεοκοπία. Ήπιο ροκ φιλικό προς τα ραδιόφωνα.

Pantha du prince – Stick to my side
(από το δίσκο Black Noise)
Μινιμαλιστική τέκνο με ωραίο ρεφραίν και τη συμμετοχή του Panda Bear των Animal Collective.

Robyn – Dancing on my own
(από το δίσκο Body Talk)
Απ’ τα καλύτερα χορευτικά της χρονιάς. Χαρούμενο μουσικά, μελαγχολικό στιχουργικά, θίγει το θέμα της μοναξιάς με τη γνώριμα στενάχωρη εικόνα μιας κοπέλας που χορεύει μόνη της.

Wolf Parade – Palm road
(από το δίσκο Expo 86)
Το indie ποτέ δεν πεθαίνει, ιδίως όταν συνδυάζει τόσο ωραία το synth με την ηλεκτρική.

Dangermouse/Sparklehorse feat. Julian Casablancas – Little Girl
(από το δίσκο Dark Night of the Soul)
Ωραία μελωδία, γλυκό κιθαριστικό σόλο και η φωνή του Casablancas να δίνει παρηγοριά σε όσους περιμένουν το καινούριο των Strokes.

Holy Fuck – Red lights
(από το δίσκο Latin)
Κατάλληλο για περπάτημα. Xωρίς στίχους αλλά με εξαιρετικό ήχο. Αν σου αρέσουν οι γάτες, δες και το videoclip.

Janelle Monae – Cold war
(από το άλμπουμ The Archandroid)
Χορευτική μουσική σαν από άλλη εποχή-ό,τι πιο κοντά στην Amy Winehouse βγήκε φέτος. Στα πλην να βάλουμε πως το βαριέσαι γρήγορα.

Arcade Fire – Ready to start
(από το δίσκο The Suburbs)
Ίσως το καλύτερο τραγούδι του νέου άλμπουμ. Είναι το “The Suburbs” ο δίσκος της χρονιάς; Γούστα!

M.I.A. – XXXO
(από το άλμπουμ Maya)
Mainstream pop που έχει μια μαγκιά και δεν είναι ξενέρωτο, βρε παιδί μου. Το άλμπουμ, βέβαια, είναι μούφα.

Vampire Weekend – Giving up the gun
(από το δίσκο Contra)
Απλή και φιλική προς το ανυποψίαστο αυτί ποπ για καλά παιδιά. Μικρές πιθανότητες περεταίρω εξέλειξης για το μέλλον.

Hot Chip – Thieves in the night
(από το δίσκο One Life Stand)
Ηλεκτρονική πανδαισία και στη μέση μια εύθραυστη φωνούλα που συγκινεί.

LCD Soundsystem – You wanted a hit
(από το δίσκο This Is Happening)
Περιγράφει τέλεια την ανάγκη των δημιουργών για ένα hit. Σαν να μιλάει στον εαυτό του.

Sleigh Bells – Tell’ em
(από το άλμπουμ Sleigh Bells)
Κι αν δεν τους έγραψε ακόμα η wikipedia, τα παιδιά από το Μπρούκλιν κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους από τη δισκογραφική της M.I.A. και εδώ εντυπωσιάζουν.

Scissor Sisters – Night work
(από το δίσκο Night Work)
Γκέι αγόρια όλου του κόσμου, ενωθείτε!

No age – Common heat
(από το δίσκο Everything in Between)
Αδυνατώ να πιστέψω πως αυτή η μελωδία και αυτός ο κιθαριστικός ήχος ηχογραφήθηκαν πριν από λίγους μήνες σε ένα δωμάτιο του Λος Άντζελες.

Get well soon – We are ghosts
(από το δίσκο Vexations)
Σαν Radiohead με ορχήστρα. Είναι λυπηρό που το άκουσαν μονάχα μια χούφτα άνθρωποι, αν κρίνουμε από τη μικρή προβολή που δέχτηκε παγκοσμίως.

Cee-Lo Green – Fuck you
(από το δίσκο The Ladykiller)
Σου φτιάχνει τη μέρα. Ειδικά αν δεις και το videoclip. Ο Cee-Lo Green μπορεί και να είναι η μεγαλύτερη νέγρικη φωνή του καιρού μας.

Τhe Black Keys – Everlasting light
Απίστευτος ήχος, blues-rock στα καλύτερά του που απλά βγαίνει στη λάθος εποχή.

Deerhunter – Memory boy
(από το δίσκο Halcyon Digest)
Σαν γιορτή τη ζωής, σαν να μην πέθανε ποτέ το ροκ και σαν οι Deerhunter να περπατούν σκυφτά αλλά σταθερά προς την ταπεινή τους κορυφή.

Kanye West – Power
(από το δίσκο My Beautiful Dark Twisted Fantasy)
Ό,τι πιο φιλόδοξο μας ήρθε φέτος από τους φίλους μας τους ράπερ. Με sample από King Crimson και φορτωμένο ήχο.

Neil Young – Angry world
(από το δίσκο Le Noise)
Ο παλιός είναι αλλιώς. Τιμή και δόξα στο κιθαριστικό distortion με γνώριμη ψιλή φωνή.


Και 10 ελληνικά…

Monika – Yes I do
(από το δίσκο Exit)
Εισαγωγή ακουσίως δανεισμένη από Lolek, χατζιδακικό ρεφραίν και μια ειλικρινής ευαισθησία που λάμπει δια της απουσίας της στα υπόλοιπα τραγούδια του “Exit”.

Παύλος Παυλίδης – Αντικαταπληκτικά
(από το δίσκο Aυτό το Πλοίο που Όλο Φτάνει)
Η πιο εύστοχη περιγραφή της σύγχρονης Ελληνίδας από είκοσι έως είκοσι οκτώ ετών και επιτέλους ένα τραγούδι του Παυλίδη διαφορετικό απ’ τ’ άλλα.

The Boy – Νήμα
(από το δίσκο Κουστουμάκι)
Μια σπουδαία σύνθεση και ένα εντυπωσιακό στιχούργημα. Και ποιος δεν ταυτίζεται με το στίχο «τις Κυριακές στο σπίτι της γιαγιάς μου καθισμένοι γύρω από τυφλή φωτιά»...

Μαριέττα Φαφούτη – Overture
(από το δίσκο Try a Little Romance)
Ακομπλεξάριστα χαρούμενη ποπ που σε πιάνει ανυποψίαστο και σε παρασύρει. Η Μαριέττα θεωρεί πως είναι το χειρότερο κομμάτι της.

Xειμερινοί Κολυμβητές – Κάποιος να με προσέχει
(από το δίσκο 23 Κόκκινα Φώτα
Απ’ τα πιο πρωτότυπα τραγούδια που άκουσα φέτος. Προσπάθησε να το ακούσεις χωρίς να χαμογελάσεις.

Κόρε. Ύδρο. – Σ’ έναν άλλο πλανήτη
(από τη συλλογή Horror and Romance on Other Planets)
Συγκινητικό μέχρι δακρύων. Ιδίως αυτή η κλασική κιθάρα στο πρώτο ρεφραίν, μαζί με τον ήχο από το τζάκι. Guest star: ο Προκρούστης.

Φοίβος Δεληβοριάς – Θα 'θελα να 'μουνα εκεί
(από το δίσκο Ο Αόρατος Άνθρωπος)
Άλλη μια τρυφερή ταινία μικρού μήκους. Το είχα ακούσει ενάμισι χρόνο πριν σε μορφή demo και τώρα που βγήκε κάνω τον έξυπνο.

Πουλικάκος/Socos – Η Ύδρα ΤΩΝ ΠΟΥΛΙΩΝ
(από το δίσκο Η Ύδρα ΤΩΝ ΠΟΥΛΙΩΝ)
Από τις ωραιότερες απαγγελίες και μελοποιήσεις ποιημάτων. Πέρυσι ο Μουρτζόπολος, φέτος αυτό.

Duke Abduction – Hallucination Supernova
(Από το δίσκο The Curious World of…)
Μια φιλόδοξη κατάθεση, σε έναν δίσκο που κατά τα άλλα υποφέρει από μια κάποια έλλειψη ταυτότητας.

Electric Litany – A dream worth dreaming
(από το δίσκο How to Be a Child and Win the War)
Οι στίχοι δεν μου δίνουν φράσεις να πιαστώ, η ατμόσφαιρα του κομματιού όμως είναι υπνωτική. Από το άρπισμα της κιθάρας στην αρχή ως το τέλος.

Και καλά Χριστούγεννα...

Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

Συνέντευξη The Divine Comedy

O φετινός δίσκος των Divine Comedy αποτελεί έναν μικρό θρίαμβο: αποδεικνύει πως εν έτει 2010 μπορεί να παραχθεί ένα πολύ καλό άλμπουμ απαλλαγμένο από υπολογιστές και χωρίς καμία καινούρια μουσική πρόταση. Ο Ιρλανδός Νeil Hannon, μοναδικό σταθερό μέλος του γκρουπ από τα τέλη των 1980s και από τους πιο ταλαντούχους παλιομοδίτες της σύγχρονης ποπ, απάντησε στις ερωτήσεις του Avopolis με το γνώριμο χιούμορ του, μετά από ένα soundcheck στην Ισπανία.
(Δεκέμβρης 2010)

Φέτος είναι η πρώτη φορά που κάνεις περιοδεία χωρίς άλλους μουσικούς. Ευχαριστημένος ως τώρα;
Ναι, πάει πάρα πολύ καλά! Παίζω σε γεμάτα κλαμπ κάθε βράδυ και όλες οι συναυλίες είναι διασκεδαστικές. Μετά από τις πρώτες δέκα συναυλίες, που έμαθα καλά τα τραγούδια (γέλια), άρχισα να το διασκεδάζω. Νομίζω πως θα ξαναβγώ μόνος και του χρόνου. Βέβαια μου λείπει η αίσθηση της μπάντας, γιατί δεν έχω παρέα για να σπάω πλάκα.

Έχεις τους ηχολήπτες…
Ναι! (γέλια) Πάντως έτσι είναι πιο εύκολο να επικοινωνήσεις με τον κόσμο και να πεις ιστορίες ανάμεσα στα τραγούδια, ξεκινώντας και σταματώντας όποτε θέλεις. Είναι πιο αυθόρμητο.

Υπάρχει κάποια γενική ιδέα πίσω από το τελευταίο Divine Comedy άλμπουμ, το Bang Goes The Knighthood;
Δεν θα το έλεγα. Νομίζω αυτό που συνδέει τα τραγούδια είναι ο ήχος τους, ο τρόπος με τον οποίον γράφτηκαν και ηχογραφήθηκαν. Ο τίτλος προήλθε από κάποιες κωμικές σειρές που έβλεπα πίσω στη δεκαετία του 1970, στα παιδικά μου χρόνια. Όποτε ένας πολιτικός αναγκαζόταν να συμβιβαστεί, ακουγόταν η φράση «bang goes the knighthood», σαν να λέμε «την πάτησες». Ονόμασα λοιπόν ένα τραγούδι έτσι κι ύστερα σκέφτηκα πως ο τίτλος περιγράφει και την κοινωνικοπολιτική κατάσταση της εποχής.

Έγραψες κι ένα τραγούδι για την οικονομική κρίση, το “Τhe Complete Banker”. Η πατρίδα σου η Ιρλανδία βρίσκεται στην ίδια κατάσταση με την Ελλάδα, αυτές τις μέρες. Προσωπικά έχεις νιώσει τις επιπτώσεις;
Αυτό είναι δύσκολο να το συμπεράνει κανείς... Πρέπει να κάνεις ένα γκάλοπ στον δρόμο και να ρωτάς «Μήπως δεν αγοράζετε το άλμπουμ των Divine Comedy επειδή είστε φτωχός;» (γέλια!). Οι συναυλίες μου πάνε καλά, όμως ξέρω και άλλους που δεν πάνε καθόλου καλά.

Σε άκουσα να λες πως ήταν πολύ εύκολο να βρεις μουσικούς για το δίσκο, επειδή όλοι ήταν άνεργοι…
Ήμουν αυθάδης όταν το είπα αυτό. Πάντως είναι γεγονός πως όταν ηχογραφούσαμε τα ορχηστρικά μέρη βρήκαμε τους καλύτερους μουσικούς του Λονδίνου γιατί δεν είχαν άλλη δουλειά οι άνθρωποι (γέλια)…

Σε ανησυχεί ποτέ το γεγονός ότι η μουσική είναι 100% παλιομοδίτικη;
Το καλό είναι ότι ήμουν παλιομοδίτης από όταν ξεκίνησα. Ωστόσο οι επιρροές μου έρχονται από διάφορες εποχές και όταν τις ανακατεύω βγαίνει κάτι καινούργιο, με έναν τρόπο. Αυτό που με κάνει να νιώθω παλιομοδίτης είναι ότι δεν μου αρέσει η μουσική από υπολογιστές. Δεν μου αρέσουν οι λούπες και τα samples. Προτιμώ τον ήχο πραγματικών ανθρώπων, να παίζουν ταυτόχρονα σε ένα δωμάτιο κι ας κάνουν και λάθη. Επίσης οι στίχοι μου είναι κάπως περίεργοι, γιατί τους συνηθισμένους τους βαριέμαι εύκολα.

Μιας και έχουμε Δεκέμβρη, μπορείς να μου πεις δυο-τρεις δίσκους που σου άρεσαν φέτος;
Δεν έχω ακούσει καινούργια μουσική γιατί δούλευα όλο τον χρόνο. Πάντως μου αρέσουν πολύ οι Villagers από την Ιρλανδία. Ο ηγέτης τους, ο Conor O ’Brien είναι ένας από τους καλύτερους τραγουδοποιούς που ξέρω. Είναι και πιο κοντός από ’μένα, οπότε μια χαρά!

Πριν λίγες μέρες έγινες σαράντα χρονών. Σε αγχώνει το πέρασμα του χρόνου;
Όχι, το αποδέχομαι απόλυτα. Παλιά ήμουνα ένας γέρος με σώμα νέου, τώρα είμαι ένας γέρος με σώμα μεσήλικα. Πλησιάζω!

Έχεις κάποιο αγαπημένο τραγούδι από Divine Comedy;
Δύσκολη ερώτηση... Υπάρχουν κομμάτια που ξεκίνησα να τα γράφω θέλοντας να πετύχω κάτι και το κατάφερα. Το “A Lady Of A Certain Age”, ας πούμε. Και υπάρχουν κι άλλα όπως το “Count Grassi’s Passage Over Piedmont” από το προηγούμενο άλμπουμ, που είναι τόσο παράξενο αλλά δεν το βαριέμαι ποτέ.

Το τελευταίο σου άλμπουμ νομίζω πως είναι το καλύτερό σου…
Πολύ ευγενικό εκ μέρους σου, σ’ ευχαριστώ, αν και δεν με ενδιαφέρουν οι απόψεις σου (γέλια). Εμένα μου αρέσουν όλα…

Επίσης πολλά τραγούδια σου μου θυμίζουν ταινίες μικρού μήκους…
Πράγματι. Στο τελευταίο άλμπουμ υπάρχει το “Lost Art Of Conversation”. Όταν το έγραφα το φανταζόμουν σαν ταινία του Woody Allen.

Σου αρέσει ο Woody Allen;
Nαι, είναι ένας από τους αγαπημένους μου. Αλλά δεν αρέσει στην κοπέλα μου, οπότε τελευταία τον έχω κόψει!

Η συναυλία σου στο Gagarin θα είναι η τελευταία της περιοδείας. Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που θα κάνεις μόλις γυρίσεις σπίτι;
Έχει γενέθλια η κόρη μου, οπότε θα πάω στο πάρτυ της. Κι ύστερα θα πάω στο σινεμά για τρία βράδια στη σειρά και θα δω τις πιο χαζές καινούργιες κωμωδίες. Μετά έρχονται Χριστούγεννα. Φαγητά, ποτά… Και τον Γενάρη θα κάτω να γράψω κάτι, δεν ξέρω τι. Μ’ αρέσει η ζωή μου!


Debbie Harry

(όπως δημοισιεύτηκε στο περιοδικό "Γυναίκα" - Δεκέμβρης 2010)

Η κυρία είναι πανκ! Ομως πού και πού κάνει την μπέιμπι σίτερ για τα παιδιά των φίλων της...

Δεν ήταν η όμορφη του σχολείου. Φορούσε μαύρα, είχε παραπανίσια κιλά, ήταν ένα αγοροκόριτσο που έβριζε λίγο παραπάνω από το κανονικό. Ομως κανείς δεν αναρωτιόταν γιατί.Η Ντέμπορα Αν Χάρι γεννήθηκε το 1945 στο Μαϊάμι και σε ηλικία τριών μηνών υιοθετήθηκε από ένα νεαρό ζευγάρι. Ετσι η μικρή απέκτησε το όνομα που γνωρίζουμε (λεγόταν Αντζελα Τριμπλ), μεγάλωσε λίγο έξω από το Νιου Τζέρσεϊ και ξέκοψε οριστικά από τους πραγματικούς γονείς της – μέχρι τώρα δηλώνει ότι δεν σκοπεύει να εντοπίσει τα ίχνη τους. Οσο για τους θετούς γονείς της, ήταν τυπικοί συντηρητικοί: επισκέπτονταν τακτικά την εκκλησία και είχαν αυστηρές απόψεις για το πώς έπρεπε να ντύνεται ένα αξιοπρεπές κορίτσι.

Νέα γυναίκα στη Νέα Υόρκη
Μέχρι τα πρώτα εφηβικά της χρόνια η Ντέμπι Χάρι τούς έδινε αρκετή σημασία, αλλά στα 16 της άρχισε να βρίσκει τον εαυτό της. Αργότερα εκπαιδεύτηκε για δύο χρόνια στις Καλές Τέχνες σε κολέγιο θηλέων της γενέτειράς της και έφυγε για τη Νέα Υόρκη προς αναζήτηση περιπετειών. Ηταν τυπικό δείγμα ανήσυχου νέου ανθρώπου που είχε ενηλικιωθεί στα μέσα της δεκαετίας του 1960, οπότε ο κόσμος άλλαζε με ιλλιγιώδη ταχύτητα. Οι φιλοδοξίες της ήταν πάντως αρκετά ταπεινές: ήθελε απλώς να είναι κουλ. Επρεπε βέβαια και να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Ετσι ανέλαβε ετερόκλιτες δουλειές: έγινε γραμματέας στο νεοϋορκέζικο γραφείο του BBC Radio, σερβιτόρα στο θρυλικό κλαμπ-ρεστοράν Max's Kansas City, χορεύτρια σε νυχτερινά στέκια, κουνελάκι σε κλαμπ του περιοδικού Playboy. Πέρα απ' αυτά, ελάχιστες πληροφορίες είναι γνωστές σε σχέση με τα πρώτα χρόνια της στη Νέα Υόρκη. Κάποιες γυμνές φωτογραφίες της, που τριγυρίζουν ακόμα στο διαδίκτυο, φαίνεται λοιπόν ότι διασώθηκαν για να της θυμίζουν όσα η ίδια θέλει να ξεχάσει.Tο σίγουρο είναι ότι τα πρώτα της βήματα στη μουσική τα έκανε το 1968· έγινε η τραγουδίστρια του φολκ γκρουπ The Wind in the Willows, που διαλύθηκε γρήγορα. Κατόπιν η Ντέμπι Χάρι εντάχθηκε στο γυναικείο σχήμα Τhe Stilettos και το 1973 γνώρισε τον κιθαρίστα και μετέπειτα σύντροφό της Κρις Στάιν. Δύο χρόνια αργότερα οι δυο τους συνέβαλαν αποφασιστικά στην ίδρυση του συγκροτήματος Blondie. Eκείνη την περίοδο η Ντέμπι Χάρι ήδη έβαφε τα μαλλιά της πλατινέ, δεν θεωρούσε το σουτιέν τόσο απαραίτητο και σύχναζε στο CBGB, το κλαμπ που έμελλε να μείνει στην ιστορία ως λίκνο της νεοϋορκέζικης πανκ σκηνής. Το 1975 λοιπόν -μαζί με την Πάτι Σμιθ, τους Television, τους Ramones, τους Talking Heads- στο CBGB έδιναν συναυλίες και οι Blondie, ένα ροκ γκρουπ με μουσικό εγκέφαλο τον Κρις Στάιν και τραγουδίστρια την Ντέμπι Χάρι...

Μερικοί το προτιμούν ξανθό
Σύμφωνα με μια εκδοχή, η ονομασία Blondie (δηλαδή “ξανθούλα”) προήλθε από τη λέξη που χρησιμοποιούσαν οι οδηγοί της Νέας Υόρκης όταν έβλεπαν στον δρόμο τη Χάρι - η κόρνα δεν αρκούσε για να εκφραστεί ο θαυμασμός τους. Ηταν μια γυναίκα γεμάτη αντιφάσεις. Μολονότι είχε ομορφιά μοντέλου, μπορούσε να γοητεύει τους ψαγμένους, τους εναλλακτικούς, ακόμη και τα φρικιά. Παρότι ήταν 30 ετών και εξέπεμπε θηριώδη δυναμισμό, έμοιαζε συχνά με απλοϊκό κορίτσι χαμένο στη μεγαλούπολη. Σε αντίθεση με την Πάτι Σμιθ, η οποία ανήκε στην ίδια μουσική φουρνιά, είχε μια θηλυκότητα πρωτοφανή για τα στέκια στα οποία τραγουδούσε. Παρ' όλα αυτά, οι Blondie δεν έθελξαν τις ΗΠΑ για τρία χρόνια. Με την κυκλοφορία του τρίτου άλμπουμ τους «Parallel Lines» όμως, το φθινόπωρο του 1978, μπήκαν στο μονοπάτι της μεγάλης επιτυχίας, χάρη σε τραγούδια όπως το «Οne Way or Another», το «Hangin’ on the Telephone» και το «Heart of Glass».
Η Ντέμπι Χάρι δεν ήταν μόνο η βιτρίνα του γκρουπ. Συμμετείχε στη δημιουργική διαδικασία και η ιδιότυπη φωνή της λειτουργούσε ως ιδανική αντίστιξη στην ένταση του ηλεκτρισμού και των ντραμς. Ετσι προέκυψαν τρία ακόμα άλμπουμ με έντονη απήχηση στο κοινό, αλλά το 1982 -εξαιτίας οικονομικής κακοδιαχείρισης, κατάχρησης ουσιών, προβλημάτων υγείας και δημιουργικής αφλογιστίας- το γκρουπ ανακοίνωσε τη διάλυσή του. Στη συνέχεια η Χάρι φλέρταρε με την κατάθλιψη, πέρασε αρκετό καιρό κλεισμένη στο σπίτι και απασχόλησε τις φυλλάδες για όλους τους λάθος λόγους.
Και τα πανκιά ωριμάζουν
Στη σόλο καριέρα της η Ντέμπι Χάρι (ή Ντέμπορα, όπως ήθελε να την αποκαλούν πλέον) προσπάθησε να ισορροπήσει μεταξύ μουσικής και κινηματογράφου. Πραγματοποίησε πολλές συνεργασίες, αλλά ποτέ δεν έφτασε σε μεγάλα ύψη δόξας. Με την πάροδο του χρόνου, μάλιστα, οι Blondie τυλίχτηκαν με την αχλή του μύθου και καταχωρήθηκαν στη συνείδηση των μουσικόφιλων ως ένα από τα σημαντικότερα γκρουπ τόσο της πανκ όσο και της new wave σκηνής. Ετσι το 1997 επανασυνδέθηκαν. Ομως εισέπραξαν αποθαρρυντικά σχόλια. Η φωνή της Χάρι είχε φθαρεί. Τα παραπανίσια κιλά της έδιναν σφοδρά πλήγματα στις αναμνήσεις των παλιών φαν. Τα έξαλλα συνολάκια της έκαναν πολλούς να λένε ότι ίσως θα την ωφελούσε περισσότερο ένα ντύσιμο ταιριαστό σε γυναίκα της ηλικίας της. Εντούτοις, το τραγούδι «Maria» τα πήγε εξαιρετικά καλά στο ταμείο και απέδειξε ότι το γκρουπ είχε ακόμα εμπορικές δυνατότητες, έστω και χωρίς τη νεανική ορμή του παρελθόντος. Σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα (το 2006) οι Blondie μπήκαν στο Rock and Roll Hall of Fame.
Οσο για την Ντέμπι Χάρι, ακόμη και σήμερα δεν νιώθει γεμάτη. Κυρίως στην προσωπική της ζωή: το δυναμικό κορίτσι, που μπορούσε ακόμη και να σε προσβάλει αν τολμούσεις να τη φλερτάρεις, με τα χρόνια μετατράπηκε σε θηρίο που απωθούσε κάθε πιθανό σύντροφο. «Oι άντρες έχουν συνηθίσει να είναι αφεντικά», δήλωσε η ίδια πριν από τρία χρόνια στην εφημερίδα Guardian. Και συνέχισε: «Δεν με ενοχλεί ο άντρας-αφεντικό, αλλά είμαι συνηθισμένη να έχω τον πρώτο λόγο. Οπότε χρειάζομαι έναν άνθρωπο πολύ σίγουρο για τον εαυτό του, πολύ άνετο, που να μην προσβάλλεται και να μην έχει νεύρα». Λίγα πράγματα δηλαδή… Μέχρι τώρα λοιπόν, σχεδόν 20 χρόνια μετά τον χωρισμό της με τον Κρις Στάιν, ο άντρας που ζητάει δεν της έχει προκύψει. Στα 65 της πια, συνεχίζει να βγαίνει ραντεβού αναζητώντας συντροφιά, στον ελεύθερο χρόνο της προσέχει τα παιδιά όσων φίλων της λείπουν σε διακοπές και δηλώνει μετανιωμένη που δεν έκανε δικό της παιδί. Με τα άλλα μέλη των Blondie, πάντως, δεν έχασε ποτέ επαφή. Μάλιστα το συγκρότημα ξαναενώθηκε προσφάτως, μάλλον με στόχο ένα ύστατο hit.

Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2010

Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

Τζίμης Πανούσης: Mnimonium – 30 Χρόνια Νύχτα

(όπως δημοσιεύτηκε στο "Κ", Δεκέμβριος 2010)

Παλιά συνταγή, αλλά νόστιμη


Εξω από το Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, ο Τζίμης Πανούσης στέκεται πίσω από μια βιτρίνα που γράφει «Δείγμα δωρεάν» και τραγουδάει στον κόσμο που περιμένει στην ουρά. Σε καμιά από τις λεγόμενες εναλλακτικές παραστάσεις της πόλης δεν βρήκα ως τώρα πιο ευφυές κοινωνικό σχόλιο. Μέσα στο ασφυκτικά γεμάτο μαγαζί ακολουθούν κι άλλες εκπλήξεις για τους μη μυημένους: Σερβιτόροι ντυμένοι αστυνομικοί, μια διάθεση σαρκασμού προς όλες τις κατευθύνσεις χωρίς κηρύγματα και μελαγχολικά τραγούδια που λειτουργούν σαν αντίβαρο στα αστεία

Εγώ, πάλι, την πάτησα: Eχοντας διαβάσει όλες τις πρόσφατες συνεντεύξεις του, κάποια αστεία τα ήξερα ήδη και σύντομα αντιλήφθηκα πως το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος αποτελείται από νούμερα που έχουν ξαναπαρουσιαστεί. Οι δε επιλογές των τραγουδιών ήταν άκρως προβλέψιμες, με δυο-τρεις νέες προσθήκες και ελάχιστες ενορχηστρωτικές αλλαγές. Φυσικά, βρέθηκε χώρος και για την πρόσφατη επικαιρότητα, από το κόμμα της Ντόρας («έχει ήδη εφτά οπαδούς») μέχρι τη Lady Gaga («μετεμψύχωση του Χριστόδουλου») και την κρίση.

Το χιούμορ του Πανούση παραμένει αιχμηρό, ευρηματικό, θαρραλέο. Η σάτιρά του δεν χωράει στη στενότητα της τηλεόρασης, ούτε και κρύβεται πίσω από την ανώνυμη ελευθεριότητα των blogs. Εκτίθεται μπροστά σε όλους και παρότι με τα χρόνια στερείται πρωτοτυπίας, φαίνεται πως ακόμα λειτουργεί λυτρωτικά τόσο σε ‘μας όσο και σ’ εκείνον: Η συστολή με την οποία μιλούσε στον κόσμο στα παρασκήνια μετά την παράσταση, σαν ένα παιδάκι που επί τρεις ώρες έκανε αταξίες και τώρα ντρεπόταν, ήταν η αποκαλυπτικότερη στιγμή της βραδιάς.

Βύρων Κριτζάς